Σε κάποιο χωριό της πατρίδος μας, ο παπα-Μιχάλης ένα πρωί, ημέρα Σαββάτου, μετέβη στον ναό για να κάνει Θεία Λειτουργία, μαζί με μνημόσυνο.
Πήρε καιρό, ενδύθηκε τα ιερατικά του άμφια, και έχοντας πρόσφορο και νάμα, ετέλεσε την ακολουθία της Ιεράς Προθέσεως.
Ήταν ακόμα μόνος.
Οπότε χωρίς χρονοτριβή, έβαλε «ευλογητός», και έκαμε όλον τον όρθρον μόνος του.
Τελείωσε ψάλλοντας και την δοξολογία, αλλά ακόμα δεν είχε έρθει κανένας, ούτε ο μπάρμπα Γιώργος που τον βοηθούσε στο ψάλσιμο.
Κάθισε μέσα στο Άγιο Βήμα και περίμενε.
Σε λίγο ακούγει ...
ουράνιες ψαλμωδίες, να ψάλλουν μελωδικότατα το «αλληλούια» εννέα περίπου φορές, σε ήχον πλάγιον του πρώτου.
Είναι το γνωστό «Κύριε Ελέησον» που ακούμε.
Ή το Αλληλούια που ακούμε στο τέλος του … καμιά φορά, στο τέλος του αναγνώσματος του αποστολικού.
Κατάπληκτος λοιπόν και γεμάτος απορία βγήκε στην Ωραία Πύλη, και δεν είδε κανέναν, και οι ψαλμωδίες εσίγησαν.
Απορημένος ξαναγύρισε στη θέση του.
Αλλά να που σε λίγο, οι μελίρρυτες ουράνιες φωνές, των αγγελικών τάξεων, άρχισαν και πάλι το «Αλληλούια», σε τόσους ήχους, και με τόση γλυκύτητα ώστε δεν άντεξε, την υπερευφροσύνη, αυτή η μελωδία, και έπεσε κάτω λιπόθυμος, -ευτυχώς που δε χτύπησε-
Συνήλθε με το νερό που έβρεχαν το πρόσωπό του ο ψάλτης και οι χριστιανοί, που εν τω μεταξύ είχαν καταφτάσει.
Και ασφαλώς οι άνθρωποι είχαν ανησυχήσει- γιατί λιποθύμησε ο παπάς τους;
Ο παπα-Μιχάλης, χωρίς να τους πει τίποτα, αφού συνήλθε, και σα να μην είχε συμβεί τίποτα, έβαλε το «Ευλογημένη η Βασιλεία» και άρχισε τη Θεία Λειτουργία.
Όλοι έβλεπαν με χαρά το πρόσωπο του παπά τους, να λάμπει και να ακτινοβολεί από φώς.
Και κείνος σε όλη την υπόλοιπη ζωή του, λαχταρούσε να ακούσει έστω, για μια ακόμη φορά, την υπερκόσμια μελωδία των αγγέλων να ψάλλουν το «Αλληλούια», όπως το πρωτοάκουσε.
Και ο Θεός του άκουσε την προσευχή του, και τον αξίωσε αυτής της δωρεάς, αλλά την ώρα, που αναχωρούσε από αυτόν τον μάταιον κόσμον.
Καταξιωμένη μάρτυρας η πρεσβυτέρα του, που είδε και άκουσε, καθ’ όλη τη διάρκεια της νυκτός, που ήταν δίπλα στον παπά και ήξερε ότι θα είναι η τελευταία του νύχτα, από τα πολλά παιδιά που είχε, δε δέχτηκε κανένα, να είναι όλοι έξω, να ’ναι μόνον αυτή με τον παπά της, και άρχισε να κάνει μετάνοιες.
Πρέπει να είχε ξεπεράσει τις τέσσερεις χιλιάδες μετάνοιες, όλη τη νύχτα… και να παρακαλεί τους αρχαγγέλους και ειδικότερα τον αρχάγγελο Μιχαήλ, από τη Σύμη, να έρθει για την παραλαβή της ψυχής του.
Και τότε, τον είδε, και είδε και άλλους, αγγέλους, άκουσε, αυτή την ειδική ψαλμωδία, σε ήχο πλάγιον του πρώτου, και τον παπά της, τον παπά-Μιχάλη, κατασυγκινημένον, και με δάκρυα στα μάτια, με χαρούμενο και λαμπερό το προσωπάκι του, και με το σημείο του Σταυρού να αναχωρεί για την αιωνιότητα.
Εκεί, όπου το υπερουράνιον θυσιαστήριον, θα συνεχίσει να λειτουργεί τη λειτουργία της αγάπης, και της δόξης του αιωνίου Θεού.
Αυτά τα διηγήθηκε η ίδια η πρεσβυτέρα του, η κυρία Ειρήνη το καλοκαίρι του 1968
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εσεις τι λετε?